Έλλειψη βιταμίνης D: αιτίες, συμπτώματα και κίνδυνοι για την υγεία

Θα μάθετε
- Γιατί είναι τόσο σημαντική η βιταμίνη d;
- Ποιοι παράγοντες επηρεάζουν την έλλειψη βιταμίνης d;
- Επίπεδα βιταμίνης d στο αίμα
- Ποια είναι τα σημάδια της έλλειψης βιταμίνης d;
- Ποιοι διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για ανεπάρκεια βιταμίνης d;
- Τι θεραπεία ακολουθείται όταν υπάρχει έλλειψη βιταμίνης d;
- Πώς μπορεί να προληφθεί η ανεπάρκεια βιταμίνης d;
- Συνοπτική επισκόπηση
Η βιταμίνη D ονομάζεται συχνά «βιταμίνη του ήλιου» επειδή το σώμα την παράγει όταν το δέρμα εκτίθεται σε ηλιακό φως. Ωστόσο, τα επίπεδά της εξαρτώνται τόσο από τη διατροφή όσο και από την ικανότητα απορρόφησής της, πέρα από την παραμονή σε εξωτερικούς χώρους. Η ανεπάρκεια βιταμίνης D δηλώνει ότι ο οργανισμός δεν διαθέτει επαρκή ποσότητα αυτής της ουσίας, με αποτέλεσμα να μπορεί να εμφανιστούν σοβαρές διαταραχές υγείας.
Γιατί είναι τόσο σημαντική η βιταμίνη d;
Ο βασικός ρόλος της βιταμίνης D είναι να διευκολύνει την απορρόφηση ασβεστίου, μαγνησίου και φωσφόρου από τη διατροφή μας. Αυτά τα στοιχεία είναι απαραίτητα για την υγεία των οστών και των δοντιών. Όταν υπάρχει έλλειψη βιταμίνης D, μειώνεται το ασβέστιο στο αίμα, αναγκάζοντας το σώμα να το αφαιρεί από τα οστά, με συνέπεια τη σταδιακή εξασθένηση του σκελετού.
Εκτός από τη συμβολή στην ανθεκτικότητα των οστών, η βιταμίνη D ενισχύει τη λειτουργία του ανοσοποιητικού και του νευρικού συστήματος και συμβάλλει στη φυσιολογική απόδοση των μυών. Τα επαρκή επίπεδα της συνδέονται με χαμηλότερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου, καρδιαγγειακών παθήσεων, κατάθλιψης και ορισμένων αυτοάνοσων νοσημάτων.
Ποιοι παράγοντες επηρεάζουν την έλλειψη βιταμίνης d;
Η έλλειψη βιταμίνης D συνήθως προκαλείται από χαμηλή έκθεση στο φως του ήλιου, ακατάλληλη διατροφή, δυσλειτουργία στην απορρόφησή της ή συγκεκριμένες παθήσεις.
- Περιορισμένη ηλιοφάνεια: Όσοι διαμένουν σε βόρειες περιοχές, περνούν πολύ χρόνο σε εσωτερικούς χώρους ή χρησιμοποιούν συνεχώς αντηλιακά μπορεί να μην λαμβάνουν επαρκή ποσότητα βιταμίνης D από τον ήλιο.
- Σκούρα επιδερμίδα: Υψηλά επίπεδα μελανίνης μειώνουν τη σύνθεση βιταμίνης D μέσω της επιδερμίδας.
- Διατροφικές συνήθειες: Περιοριστικές χορτοφαγικές ή αυστηρά φυτοφαγικές δίαιτες συχνά οδηγούν σε μειωμένη πρόσληψη, καθώς η βιταμίνη D υπάρχει κυρίως σε ζωικά προϊόντα όπως το ψάρι, το μουρουνέλαιο, οι κρόκοι αυγών, το τυρί και ορισμένα είδη μανιταριών.
- Διαταραχές πέψης: Παθήσεις που εμποδίζουν την απορρόφηση θρεπτικών συστατικών στο έντερο, όπως η κοιλιοκάκη, η νόσος του Crohn και η κυστική ίνωση, μπορούν να μειώσουν τα επίπεδα βιταμίνης D.
- Ηπατικά και νεφρικά νοσήματα: Το ήπαρ και οι νεφροί ενεργοποιούν τη βιταμίνη D, οπότε οι ασθένειες αυτών των οργάνων μπορούν να παρεμποδίσουν αυτή τη διαδικασία.
- Φάρμακα: Ορισμένα σκευάσματα επιταχύνουν τον μεταβολισμό της βιταμίνης D ή δυσχεραίνουν την απορρόφησή της.
- Παχυσαρκία: Λόγω του ότι η βιταμίνη D είναι λιποδιαλυτή, σε άτομα με αυξημένο σωματικό βάρος το μεγαλύτερο μέρος της παραμένει στους λιπώδεις ιστούς και απορροφάται σε μικρότερο βαθμό στο αίμα.
- Χειρουργικές επεμβάσεις και αλλαγές στο πεπτικό σύστημα: Επεμβάσεις που περιορίζουν το μέγεθος του στομάχου ή του εντέρου επηρεάζουν την απορρόφηση της βιταμίνης D τόσο από τη διατροφή όσο και από τα συμπληρώματα.
Επίπεδα βιταμίνης d στο αίμα
Για να εξακριβωθεί αν τα επίπεδα βιταμίνης D είναι επαρκή, γίνεται αιματολογικός έλεγχος. Συνήθως μετράται η συγκέντρωση της 25-υδροξυβιταμίνης D [25(OH)D] στο αίμα. Οι ιατρικές οδηγίες προτείνουν τα παρακάτω όρια:
- Άνω των 20 ng/ml – θεωρείται επαρκές επίπεδο.
- Μεταξύ 12 και 20 ng/ml – πιθανή ήπια ανεπάρκεια.
- Κάτω των 12 ng/ml – προφανής ανεπάρκεια.
- Πάνω από 50 ng/ml – ενδέχεται να προκαλέσει υπερβιταμίνωση και συναφή ζητήματα.
Όταν τα επίπεδα είναι κάτω από 20 ng/ml, η ανεπάρκεια χωρίζεται σε ήπια (10–20 ng/ml), μέτρια (5–10 ng/ml) και σοβαρή (κάτω από 5 ng/ml).
Ποια είναι τα σημάδια της έλλειψης βιταμίνης d;
Στα παιδιά, που αναπτύσσονται ταχέως, η ανεπάρκεια βιταμίνης D εκδηλώνεται συχνά με ευδιάκριτα συμπτώματα όπως αδυναμία μυών, πόνους, διαταραχές στην ανάπτυξη των οστών ή παραμορφώσεις στις αρθρώσεις. Στους ενήλικες, τα συμπτώματα εμφανίζονται πιο αργά και μπορεί να περιλαμβάνουν γενικευμένη κόπωση, πόνους στην πλάτη ή στα οστά, χαμηλά επίπεδα ενέργειας, μυϊκή αδυναμία ή κράμπες, καθώς και διακυμάνσεις στη διάθεση.
Ποιοι διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για ανεπάρκεια βιταμίνης d;
- Άτομα άνω των 65 ετών
- Όσοι έχουν πιο σκούρο χρώμα επιδερμίδας
- Άτομα με δείκτη μάζας σώματος 30 και άνω
- Καπνιστές
- Όσοι δεν καταναλώνουν τρόφιμα ή ποτά με ενισχυμένη βιταμίνη D
Τι θεραπεία ακολουθείται όταν υπάρχει έλλειψη βιταμίνης d;
Όταν διαπιστώνεται ανεπάρκεια βιταμίνης D, συνήθως προτείνεται η λήψη συμπληρωμάτων. Η συνιστώμενη ποσότητα εξαρτάται από την ηλικία, τη βαρύτητα της ανεπάρκειας και τα ατομικά χαρακτηριστικά. Για παράδειγμα:
- Βρέφη και μικρά παιδιά – 400 διεθνείς μονάδες ημερησίως
- Παιδιά και έφηβοι 1–18 ετών – 600 διεθνείς μονάδες ανά ημέρα
- Ενήλικες έως 70 ετών – 600 διεθνείς μονάδες την ημέρα
- Άτομα άνω των 70 ετών – 800 διεθνείς μονάδες κάθε μέρα
Υπάρχουν δύο μορφές συμπληρωμάτων: η D2 και η D3, με τη δεύτερη να έχει καλύτερη απορρόφηση από τον οργανισμό. Στην αρχή της θεραπείας, ενδέχεται να συνταγογραφούνται μεγαλύτερες δόσεις, που μειώνονται σταδιακά μέχρι να επιτευχθεί το επιθυμητό επίπεδο στο αίμα.
Για παιδιά με διαγνωσμένη ανεπάρκεια, συνίσταται συνήθως δόση 2000 διεθνών μονάδων ημερησίως για περίπου έξι εβδομάδες, έπειτα ακολουθείται η ημερήσια συνιστώμενη ποσότητα για πρόληψη. Βρέφη που καταναλώνουν λιγότερο από 1 λίτρο ενισχυμένου γάλακτος με βιταμίνη D καθημερινά, χρειάζονται επιπλέον 400 διεθνείς μονάδες καθημερινά.
Ο ρυθμός αποκατάστασης των επιπέδων της βιταμίνης D εξαρτάται από τη σοβαρότητα της ανεπάρκειας, αλλά συνήθως απαιτείται θεραπεία με συμπληρώματα για 6 έως 8 εβδομάδες. Ακόμη και όταν αποκατασταθούν τα επίπεδα, οι προληπτικές δόσεις παραμένουν σημαντικές για την αποτροπή υποτροπής.
Πώς μπορεί να προληφθεί η ανεπάρκεια βιταμίνης d;
Για τη διατήρηση φυσιολογικών επιπέδων βιταμίνης D, απαραίτητος είναι ο συνδυασμός ισορροπημένης διατροφής και λογικής έκθεσης στον ήλιο.
Διατροφικές πηγές
- Λιπαρά ψάρια (ρέγγα, σολομός, πέστροφα, τόνος, σαρδέλες, λινάρι)
- Ιχθυέλαια
- Αυγά, ιδιαίτερα οι κρόκοι
- Γάλα και εναλλακτικές λύσεις του, τα οποία έχουν ενισχυθεί με βιταμίνη D
- Ορισμένα μανιτάρια
- Ώριμο συκώτι μοσχαριού
- Ενισχυμένα δημητριακά και φυσικοί χυμοί πορτοκαλιού
Ασφαλής έκθεση στον ήλιο
Η καθημερινή παραμονή στον ήλιο για 5 έως 30 λεπτά χωρίς αντηλιακή προστασία επιτρέπει στον οργανισμό να συνθέτει ικανοποιητικές ποσότητες βιταμίνης D. Την καλοκαιρινή περίοδο αρκεί ακόμη και σύντομος χρόνος, ενώ τον χειμώνα απαιτείται συμπληρωματική πρόσληψη μέσω διατροφής ή συμπληρωμάτων.
Χρήση συμπληρωμάτων
Όταν η πρόσληψη μέσω διατροφής ή ηλιακής έκθεσης είναι ανεπαρκής, συστήνεται η χρήση συμπληρωμάτων. Για ενήλικες έως 65 ετών προτείνονται συνήθως 600 έως 800 διεθνείς μονάδες καθημερινά, ενώ για άτομα μεγαλύτερης ηλικίας από 800 έως 1000 διεθνείς μονάδες ημερησίως.
Συνοπτική επισκόπηση
Η βιταμίνη D είναι απαραίτητη για την υγεία των οστών και τη σωστή λειτουργία του οργανισμού συνολικά. Η ανεπάρκειά της επιδρά αρνητικά στη δομή των οστών, μειώνει τη μυϊκή δύναμη και αυξάνει τον κίνδυνο άλλων παθήσεων. Η μέτρηση μέσω αιματολογικού ελέγχου αναδεικνύει τα πραγματικά επίπεδα. Σε περιπτώσεις έλλειψης είναι σημαντικό να λαμβάνονται συμπληρώματα με βάση τις ιατρικές οδηγίες και να εφαρμόζονται προληπτικά μέτρα.