Ψυχική υγεία: Διαταραχή αντιδραστικής πρόσδεσης

0
32

Η διαταραχή αντιδραστικής προσκόλλησης αποτελεί μία από τις δυσκολότερες διαταραχές ως προς τη διάγνωση και τη θεραπεία της. Τα προβλήματα ψυχικής υγείας σε παιδιά εντοπίζονται μέσω της παρατήρησης της συμπεριφοράς και των παρόντων συμπτωμάτων. Όταν εμφανιστούν ανησυχητικά σημάδια, ο ιατρός αρχικά εξετάζει το ιατρικό ιστορικό του παιδιού και την αναπτυξιακή του πορεία. Παρότι δεν υπάρχουν εξειδικευμένοι εργαστηριακοί έλεγχοι για τη συγκεκριμένη διαταραχή, πραγματοποιούνται συμπληρωματικές εξετάσεις, όπως αιματολογικές αναλύσεις ή απεικονίσεις του νευρικού συστήματος, για τον αποκλεισμό άλλων παθολογικών καταστάσεων που ενδέχεται να ευθύνονται για τις μεταβολές στη συμπεριφορά.

Βήματα στη διάγνωση

Σε περίπτωση που δεν διαπιστωθεί κάποιο ζήτημα σωματικής υγείας, συνήθως παραπέμπεται το παιδί σε ειδικούς ψυχικής υγείας παιδιών και εφήβων. Οι παιδοψυχίατροι ή παιδοψυχολόγοι διαθέτουν εξειδίκευση στην αναγνώριση και παρέμβαση σε συναισθηματικά ή συμπεριφορικά ζητήματα της παιδικής ηλικίας. Πριν τεθεί η τελική διάγνωση, οι ειδικοί φροντίζουν να αποκλείσουν άλλες διαταραχές, όπως το αυτιστικό φάσμα.

Η διάγνωση των διαταραχών προσκόλλησης βασίζεται σε εξειδικευμένες συνεντεύξεις και εργαλεία αξιολόγησης. Αξιολογούνται τόσο οι αναφορές των γονέων ή των κηδεμόνων όσο και απευθείας η συμπεριφορά του παιδιού, οι συναισθηματικές αντιδράσεις του και ο τρόπος επικοινωνίας του.

Στόχοι και μέθοδοι θεραπείας

Κύρια προτεραιότητα της θεραπείας αποτελεί η διασφάλιση ενός ασφαλούς περιβάλλοντος για το παιδί, ειδικά αν έχει έχει βιώσει αμέλεια ή κακοποίηση. Εξίσου σημαντικό είναι να υποστηριχθεί η δημιουργία υγιούς και σταθερού δεσμού με έναν υπεύθυνο φροντιστή.

Το μεγαλύτερο μέρος της παρέμβασης επικεντρώνεται στους γονείς ή τους κηδεμόνες, μέσω συμβουλευτικής που βοηθά να κατανοήσουν τις ανάγκες του παιδιού και να υιοθετήσουν κατάλληλους τρόπους επικοινωνίας. Συχνά παρέχεται εκπαίδευση στις γονεϊκές δεξιότητες για την ενίσχυση της σχέσης με το παιδί.

Η θεραπευτική προσέγγιση δύναται να περιλαμβάνει τη θεραπεία μέσω παιχνιδιού, όπου το παιδί και ο φροντιστής, μέσα από το παιχνίδι, εξωτερικεύουν συναισθήματα, ανησυχίες και ανάγκες, με τον ειδικό να διευκολύνει την κατανόηση και την κατάλληλη ανταπόκριση.

Δεν υπάρχουν φαρμακευτικές αγωγές ειδικά για τη συγκεκριμένη διαταραχή, ωστόσο σε περιπτώσεις έντονων προβλημάτων συμπεριφοράς, όπως η εκδήλωση σοβαρής επιθετικότητας ή διαταραχών ύπνου, μπορεί να χορηγηθούν φάρμακα για την αντιμετώπιση αυτών των συμπτωμάτων.

Ορισμένες εναλλακτικές προσεγγίσεις, όπως η “θεραπεία συγκράτησης” ή μέθοδοι “επανεκκίνησης”, αποτελούν αντικείμενο συζήτησης. Η αποτελεσματικότητά τους δεν έχει αποδειχθεί επιστημονικά και ενδέχεται να αποφέρουν αρνητικές συνέπειες στα παιδιά.

Πρόληψη: πώς να υποστηρίξουμε το παιδί εγκαίρως

Η άμεση αναγνώριση των πρώτων δυσκολιών προσκόλλησης είναι καθοριστική, ενώ η έγκαιρη αναζήτηση βοήθειας συνιστά σημαντικό βήμα. Παρότι σε μερικές περιπτώσεις δεν είναι εφικτή η πλήρης αποτροπή της διαταραχής, υπάρχουν υγιεινές πρακτικές και ανατροφικές μέθοδοι που μπορούν να μειώσουν τον κίνδυνο ανάπτυξής της.

  • Περνάτε συχνά χρόνο με το παιδί σας μέσω παιχνιδιού, συζήτησης, διατήρησης οπτικής επαφής και χαμόγελου.
  • Προσπαθήστε να κατανοήσετε τον τρόπο που το παιδί εκφράζει τις ανάγκες του, διακρίνοντας τα διάφορα είδη κλάματος και ανταποκρινόμενοι με ευαισθησία.
  • Εκδηλώνετε τρυφερότητα και φροντίδα σε καθημερινές δραστηριότητες, όπως το μπάνιο ή το φαγητό.
  • Μιλάτε με ήρεμη φωνή και γλυκιά έκφραση προσώπου, και ανταποκρίνεστε άμεσα όταν το παιδί αναζητά την προσοχή σας.
  • Συμμετέχετε σε μαθήματα ή δραστηριότητες μαζί με το παιδί, δίνοντας ευκαιρίες για ανάπτυξη νέων γονεϊκών δεξιοτήτων.

Μελλοντικές προοπτικές και πιθανές επιπτώσεις

Αν η διαταραχή προσκόλλησης μείνει χωρίς θεραπευτική παρέμβαση, μπορεί να εμποδίσει την ομαλή ανάπτυξη του παιδιού σε συναισθηματικό, σωματικό και κοινωνικό επίπεδο. Τα παιδιά αυτά ενδέχεται να εμφανίσουν πιο συχνά καταθλιπτικές τάσεις, αυξημένη επιθετικότητα ή αυτοκαταστροφική συμπεριφορά, δυσκολίες στη μαθησιακή διαδικασία, προβλήματα στη δημιουργία σταθερών σχέσεων και μειωμένη αυτοπεποίθηση. Επιπλέον, μεγαλώνει η πιθανότητα εμφάνισης διαταραχών διατροφής ή εθιστικών συμπεριφορών.

Όταν αρχίζει κατάλληλη θεραπεία, πολλά παιδιά καταφέρνουν να αναπτύξουν εμπιστοσύνη στους άλλους, να σχηματίσουν υγιείς διαπροσωπικές σχέσεις και να ενταχθούν ομαλά στο κοινωνικό σύνολο.

Τα σχόλια είναι κλειστά.

Περισσότερες ειδήσεις